Νέα δεδομένα για το τσουνάμι της Σαντορίνης
Πλέοντας προς το λιμάνι της Σαντορίνης από τη βορειοδυτική πλευρά του νησιού, το πλοίο περνάει ανάμεσα από το φυσικό άνοιγμα μεταξύ της Θηρασίας και της Οίας, σε ένα σημείο που όλοι έχουν στον νου το μοναδικό ηλιοβασίλεμα. Η ανακάλυψη ενός υποθαλάσσιου καναλιού σε εκείνο το άνοιγμα από την επίκουρη καθηγήτρια Γεωλογικής Ωκεανογραφίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Παρασκευή Νομικού και τη διεθνή ομάδα της ήταν η αρχή για να έρθουν στο φως νέα επιστημονικά δεδομένα για την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης πριν από 3.600 χρόνια και τη δημιουργία του τεράστιου τσουνάμι που σήμανε την αρχή του τέλους της Μινωικής Εποχής. Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, το τσουνάμι προκλήθηκε από την ισχυρότατη εκτίναξη των πυροκλαστικών ροών (τέφρα, ελαφρόπετρα, λάβα) προς τη θάλασσα και όχι από την κατάρρευση και καταβύθιση της καλντέρας, η οποία ακολούθησε της έκρηξης, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες στο άρθρο τους με τίτλο «Post-eruptive flooding of Santorini caldera and implications for tsunami generation» («Μετα-ηφαιστειακός κατακλυσμός της καλντέρας της Σαντορίνης και ενδείξεις για τη δημιουργία τσουνάμι») που δημοσιεύθηκε μόλις χθες στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Νature Communication». Με άλλα λόγια, αλλάζει η επικρατούσα θεωρία που έλεγε ότι η κατάρρευση ενός ηφαιστειακού συγκροτήματος μπορεί να προκαλέσει τα παλιρροϊκά κύματα που οδηγούν σε τσουνάμι. «Τα βαθυμετρικά και σεισμικά δεδομένα που συγκεντρώσαμε έδειξαν ότι η καλντέρα, η κατάρρευση του ηφαιστειακού συγκροτήματος της Σαντορίνης, δεν ήταν ανοιχτή προς τη θάλασσα στην κύρια φάση της έκρηξης αλλά απομονωμένη», λέει στην «Κ» η κ. Νομικού. Στο γράφημα που δημοσιεύει η «Κ» φαίνονται πρώτη φορά τα τέσσερα στάδια της ηφαιστειακής δραστηριότητας που κράτησε αρκετούς μήνες και το πώς ήταν σχηματισμένη η καλντέρα της Σαντορίνης κατά τη διάρκειά της. Στην πρώτη φάση υπάρχει ένα μικρό κανάλι που συνδέει τη μικρή σε μέγεθος καλντέρα με τη θάλασσα και δημιουργεί ένα είδος λιμνοθάλασσας, όπως εξηγεί η κ. Νομικού. Οι υποθαλάσσιες κατολισθήσεις και τα προϊόντα της ηφαιστειακής δραστηριότητας «μπάζωσαν» το μικρό κανάλι και πάνω από το νησί απλώθηκε ένα τεράστιο νέφος τέφρας, όπως έγινε το 2010 με την έκρηξη του ηφαιστείου της Ισλανδίας. Με την καλντέρα απομονωμένη από τη θάλασσα, η ολοκλήρωση της ηφαιστειακής έκρηξης προκάλεσε, εξηγεί η κ. Νομικού, την εισροή θαλασσινού νερού από το κανάλι μεταξύ της Θηρασίας και της Οίας στην καλντέρα, η οποία πλημμύρισε μέσα σε δύο μέρες. «Σκεφτείτε την εικόνα ενός φράγματος που από τη μια του πλευρά έχει νερό και από την άλλη ένα βύθισμα, μια “πεδιάδα”, την καλντέρα. Το μπαζωμένο φράγμα ήταν ο “αδύναμος κρίκος” που υποχώρησε προς το τέλος της έκρηξης από την πίεση του εξωτερικού νερού. Το τσουνάμι είχε ήδη συμβεί με κύριο μηχανισμό δημιουργίας την εκτίναξη των πυροκλαστικών προς τη θάλασσα στην τρίτη και τέταρτη φάση της έκρηξης», τονίζει. Το κανάλι που εντόπισε η κ. Νομικού και η ομάδα της, η οποία αποτελείται από καταξιωμένους επιστήμονες πανεπιστημίων του εξωτερικού, έχει μήκος 3 χλμ. και πλάτος 1 χλμ. και στις εικόνες που δημοσιεύει η «Κ» διακρίνεται μία ασυνήθιστη διάβρωση που γέννησε ερωτήματα στους επιστήμονες. «Παρατηρήσαμε μια οπισθοδρομούσα διάβρωση στο κανάλι, είναι το σχήμα της στεφάνης που δημιουργείται έξω από την Οία και τη Θηρασία και δείχνει ότι το νερό εισρέει προς το εσωτερικό και παράλληλα “σπρώχνει” και προς τα πίσω. Χαρτογραφώντας τον θαλάσσιο πυθμένα, προσπαθούσαμε να ερμηνεύσουμε πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι υποθαλάσσιες γεωμορφές και καταλήξαμε στα παραπάνω συμπεράσματα», σημειώνει. Τα νέα δεδομένα για το τσουνάμι της Σαντορίνης ενισχύουν (και συμφωνούν με) τη θεωρία για τις γενεσιουργούς αιτίες πίσω από το τσουνάμι που προκλήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου Κρακατόα στην Ινδονησία το 1883. Οι εκρήξεις των δύο ηφαιστείων είναι οι μεγαλύτερες που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 10.000 χρόνια. Η τελευταία αποστολή της ομάδας στη Σαντορίνη έγινε με τη βοήθεια του History Channel για την παραγωγή του ντοκιμαντέρ «Atlantis found» το 2015. Η μυθική Ατλαντίδα μπορεί να μη βρέθηκε ακόμη, αλλά ίσως τώρα ξέρουμε πώς προκλήθηκε το τσουνάμι που την κατέστρεψε.
«Ηθελα να δω τι κρύβει η θάλασσα»
«Συζητούσαμε πάνω στα δεδομένα περίπου ένα χρόνο και τελικά και εκείνοι συμφώνησαν με τα νέα στοιχεία της έρευνας», λέει η κ. Νομικού περιγράφοντας την άριστη συνεργασία με τους δύο κορυφαίους γεωλόγους Τιμ Ντρούιτ από το ινστιτούτο ερευνών της Γαλλίας CNRS και Ντέιβιντ Πάιλ του Πανεπιστήμιου της Οξφόρδης, οι οποίοι δημιούργησαν τον γεωλογικό χάρτη της Σαντορίνης το 1990 και υποστήριζαν –μέχρι χθες– την υφιστάμενη θεωρία, ότι δηλαδή η καταβύθιση της καλντέρας ήταν ο κυριότερος παράγοντας πρόκλησης του τσουνάμι. Οι δύο καθηγητές, όπως και ο Κρίστιαν Χούμπσερ από το Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, αλλά και 15 Ελληνες και ξένοι επιστήμονες, συνυπογράφουν το άρθρο. «Η επικρατούσα θεωρία διατυπώθηκε τη δεκαετία του 1980 και με τα μέσα που διέθεταν τότε το συμπέρασμά τους ήταν σωστό. Η τεχνολογία, όμως, προχώρησε και με τα νέα όργανα που χρησιμοποιήσαμε προχωρήσαμε την επιστημονική έρευνα ένα βήμα παραπάνω», σημειώνει η επικεφαλής της ομάδας. Τα νέα στοιχεία εκτιμάται ότι θα συμβάλουν και ίσως αλλάξουν τα μοντέλα που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες που εξετάζουν τη δημιουργία των τσουνάμι. «Ολοι θέλαμε να δούμε πώς ήταν το σχήμα της Σαντορίνης πριν από τη μεγάλη έκρηξη και πώς ήταν η μορφολογία του εδάφους. Οι χάρτες που είχαμε ήταν με δεδομένα μόνο από την ξηρά. Οταν προστέθηκε η μορφολογία του πυθμένα και τα σεισμικά δεδομένα, που μας επέτρεψαν να “δούμε” τη στρωματογραφία κάτω από τον πυθμένα, καταφέραμε να συνδυάσουμε τα δύο στοιχεία και να αποκτήσουμε συνολική εικόνα», τονίζει. Η Παρασκευή Νομικού γεννήθηκε και μεγάλωσε στο νησί και θυμάται τις διηγήσεις των παππούδων της για τις ηφαιστειακές εκρήξεις του ’50 και του ’39. «Μεγάλωσα σε ένα ηφαίστειο και όταν σπούδασα ήθελα να μάθω περισσότερα για όλα αυτά που κρύβει η Σαντορίνη κάτω από τη θάλασσα», μας λέει. Η έρευνα ξεκίνησε το 2006 και συνεχίστηκε πιο εντατικά από το 2010 με τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας και συνεργατών από το εξωτερικό. «Η έρευνα συνεχίζεται και τώρα θέλουμε να κάνουμε ανάλυση ιζημάτων εντός της καλντέρας και να δούμε μέχρι πού εξαπλώνονται οι πυροκλαστικές ροές, να γίνει πιο εμπεριστατωμένη έρευνα γύρω από το ηφαίστειο της Σαντορίνης», καταλήγει. Για όσους ανησυχούν, το ηφαίστειο «κοιμάται»...
Η ακμή του νησιού κατά την έκρηξη
Στη μεγάλη της ακμή βρισκόταν η Θήρα, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα, όταν σημειώθηκε η μεγάλη έκρηξη της Υστερης Εποχής του Χαλκού. Η πόλη του Ακρωτηρίου ήταν αστικό κέντρο και κοσμοπολίτικο εμπορικό λιμάνι, από τα πιο σημαντικά της Ανατολικής Μεσογείου, ο πληθυσμός της διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά μιας πλούσιας, καταναλωτικής κοινωνίας. Είναι πολλά τα στοιχεία που μαρτυρούν τη μεγάλη του ανάπτυξη. Ο αρχαιολόγος της Σαντορίνης Χρίστος Ντούμας έχει γράψει σχετικά με την έκρηξη: «Της εκρήξεως φαίνεται ότι προηγήθηκαν σεισμικές δονήσεις, από τις οποίες προκλήθηκαν ζημιές στα κτίρια. Ετσι μπορούν να ερμηνευθούν τα ερείπια που δημιουργήθηκαν πριν από την εναπόθεση των ηφαιστειακών υλικών. Η ανυπαρξία σκελετών ανθρώπινων ή ζωικών κάτω από τα ερείπια αυτά μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη ότι των σεισμών προηγήθηκαν μικροδονήσεις που έδωσαν το μήνυμα στους κατοίκους της πόλης να την εκκενώσουν. «Τους σεισμούς αυτούς ακολούθησε περίοδος ηρεμίας, αρκετής για να ενθαρρυνθούν οι κάτοικοι της πόλης να επιστρέψουν και να αρχίσουν εργασίες κατεδάφισης ετοιμόρροπων κτιρίων και καθαρισμού των δρόμων. Στη διάρκεια των εργασιών αυτών, φαίνεται πως άρχισε η διαδικασία της έκρηξης. Από τη στρωματογραφία των ηφαιστειακών υλικών που κάλυψαν ολόκληρο το νησί, προκύπτει ότι η έκρηξη του ηφαιστείου εκδηλώθηκε με σειρά παροξυσμών διαφορετικής κάθε φορά ισχύος. Εκκληση αερίων, ατμίδων και καπνού φαίνεται ότι προηγήθηκε ειδοποιώντας έτσι τους έμπειρους κατοίκους του νησιού για το κακό που έμελλε να ακολουθήσει. Αυτοί με τη σειρά τους έσπευσαν για δεύτερη φορά να εγκαταλείψουν την πόλη και να μην θαφτούν μέσα σ’ αυτήν». Εξαιρετικά ενδιαφέροντα είναι και τα στοιχεία που έχουν έρθει στο φως για την εξάπλωση της ηφαιστειακής τέφρας. Ερευνες που έχουν γίνει τόσο στον βυθό της Μεσογείου όσο και σε αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν δείξει ότι η τέφρα παρασύρθηκε προς τα ανατολικά, καλύπτοντας την περιοχή από τη Σμύρνη έως την Ανατολική Κρήτη, με συγκέντρωση μεγαλύτερη στην περιοχή της Ρόδου. Μόρια θηραϊκής τέφρας εντοπίστηκαν εργαστηριακά στις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου και στην περιοχή του Δέλτα του Νείλου.
Καθημερινή 09.11.16